- φθείρεσθε
- φθείρωdestroypres imperat mp 2nd plφθείρωdestroypres ind mp 2nd plφθείρωdestroyimperf ind mp 2nd pl (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
φθείρεσθ' — φθείρεσθε , φθείρω destroy pres imperat mp 2nd pl φθείρεσθε , φθείρω destroy pres ind mp 2nd pl φθείρεσθαι , φθείρω destroy pres inf mp φθείρεσθε , φθείρω destroy imperf ind mp 2nd pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φθείρω — ΝΜΑ, και φθαίρω ΜΑ, και αιολ. τ. φθέρρω, και αρκαδ. τ. φθήρω, Α καταστρέφω 2. κάνω κάτι να χαλάσει με τη συνεχή ή κακή χρήση (α. «αν φοράς συνεχώς το ίδιο παντελόνι, θα τό φθείρεις στο τέλος» β. «ποσὶν φθείροντα πλοῡτον ἀργυρωνή τους θ ὑφάς»,… … Dictionary of Greek